ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ ΖΑΡΝΤΙΜ.
Και από εκεί που δεν το περίμενε κανείς ο Ολυμπιακός βρίσκεται με 6 βαθμούς, να διεκδικεί την πρόκριση στους "16" του Τσάμπιονς Λιγκ. Προσωπική δικαίωση και για τον Λεονάρντο Ζαντίμ, που είχε ακούσει τα... άπειρα το τελευταίο διάστημα, αλλά δείχνει όχι μόνο να την γλιτώνει, αλλά και να στρογγυλοκάθεται για τα καλά στον "ερυθρόλευκο" πάγκο. Σίγουρα η νίκη επί της Μονπελιέ
αποτελούσε και ένα προσωπικό στοίχημα για τον Πορτογάλο τεχνικό, που έκλεισε πολλά στόματα, που τον ήθελαν να φεύγει από το Φάληρο κακήν κακώς.
Τι σου είναι όμως το ποδόσφαιρο; Πριν από την αναμέτρηση με την Μονπελιέ πολλοί από τους φίλους του Ολυμπιακού υποστήριζαν ότι ο Λεονάρντο Ζαρντίμ είναι λίγος για την ομάδα τους, ότι έχει κάποια προσωπικά κολλήματα και δεν δοκιμάζει συγκεκριμένους παίκτες(βλέπε Φετφατζίδης), ότι δεν κάνει σωστή διαχείριση του ρόστερ, ότι η ομάδα δεν αποδίδει ελκυστικό ποδόσφαιρο και άλλα πολλά... Οι ίδιοι όμως τώρα μετά τη νίκη επί της Μονπελιέ σίγουρα θα άλλαξαν γνώμη για τον Πορτογάλο...
Τώρα ξαφνικά ο Ζαρντίμ έγινε προπονητάρα, έμαθε την ελληνική πραγματικότητα και ξέρει ποιοι παίκτες μπορούν να τον φτάσουν μακριά σε Ελλάδα και Ευρώπη. Τίποτα από τα δύο δεν είναι σωστό φίλοι μου, αφού όπως σε πολλές περιπτώσεις που ο κόσμος πιάνεται με τα δύο... άκρα, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στην μέση. Ο Πορτογάλος είναι ένας φιλόδοξος προπονητής, που έκανε το άλμα στην καριέρα του ερχόμενος στην Ελλάδα και τον Ολυμπιακό και σίγουρα, όπως και οι παίκτες χρειάζεται και αυτός χρόνο προσαρμογής.
Ερχόμενος σε μία χώρα που το ποδόσφαιρο είναι τελείως διαφορετικό σε σχέση με την Πορτογαλία και ερχόμενος σε μία ομάδα που έχει κάθε χρόνο διαφορετικές φιλοδοξίες και στόχους σε σχέση με την Μπράγκα, ήταν αναμενόμενο να έχει κάποια προβλήματα στην αρχή. Δεν το έχει ξανακάνει ο άνθρωπος και χρειάζεται χρόνο. Ακόμα και τώρα δεν πιστεύω ότι είναι απόλυτα ικανοποιημένος από την δουλειά που έχει κάνει, αφού γνωρίζει ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε και ακόμα καλύτερα.
Κάτι ακόμα που θα ήθελα να σχολιάσω ήταν η απόδοση των Γκέκο και Μασάδο, που κι' αυτοί έχουν αμφισβητηθεί κατά καιρούς από τους απαιτητικούς "ερυθρόλευκους" οπαδούς. Ειδικά ο Ιταλός χθες ήταν χάρμα οφθαλμών, έδωσε μία ασίστ και σκόραρε και το 2-1, αλλά δεν ήταν μόνο αυτά που έκανε. Έκοβε και έραβε, τόσο στο κέντρο του γηπέδου, όσο και στα αριστερά, βοήθησε ανασταλτικά και όταν χρειάστηκε έδειξε και την ψυχραιμία του, αλλά και την κλάση του. Έχουμε ακόμα πολλά να συζητήσουμε κατά καιρούς για τους Πειραιώτες, αφού όπως φαίνεται θα παίζουν Ευρώπη με... κοντομάνικα, το μόνο που μένει είναι να μάθουμε την διοργάνωση!
ΠΡΟΦΙΛ.
Ο Ζαρντίμ είναι 38 ετών, γεννηθείς την 1η Αυγούστου 1974, στη Βενεζουέλα, από Πορτογάλους γονείς. Επέστρεψε στην πατρίδα του σε μικρή ηλικία και εγκαταστάθηκε στη Μαδέιρα. Η ηλικία του δεν λέει την αλήθεια σχετικά με την εμπειρία που έχει στην προπονητική, αφού παρότι είναι μόλις 38 ετών, βρίσκεται στους πάγκους αρκετά χρόνια.
Άρχισε την καριέρα του το 2001 στην Καμάτσα, ομάδα του τοπικού πρωταθλήματος, ως βοηθός προπονητή. Πόστο το οποίο διατήρησε μέχρι το 2003. Ανέλαβε χρέη πρώτου προπονητή εκείνη τη σεζόν και έμεινε στον πάγκο της μέχρι τα μισά της σεζόν 2007-08.
Άρχισε την καριέρα του το 2001 στην Καμάτσα, ομάδα του τοπικού πρωταθλήματος, ως βοηθός προπονητή. Πόστο το οποίο διατήρησε μέχρι το 2003. Ανέλαβε χρέη πρώτου προπονητή εκείνη τη σεζόν και έμεινε στον πάγκο της μέχρι τα μισά της σεζόν 2007-08.
«Μετακόμισε» στην Τσάβες, την οποία ανέβασε από την τρίτη στη δεύτερη κατηγορία της Πορτογαλίας εκείνη τη χρονιά και το 2009 ανέλαβε προπονητής στην Μπέιρα Μαρ. Έμεινε εκεί για δύο χρονιές.
«Μετακόμισε» στην Τσάβες, την οποία ανέβασε από την τρίτη στη δεύτερη κατηγορία της Πορτογαλίας εκείνη τη χρονιά και το 2009 ανέλαβε προπονητής στην Μπέιρα Μαρ. Έμεινε εκεί για δύο χρονιές.
Η παρουσία του εκεί του εξασφάλισε το «εισιτήριο» για τον πάγκο της Μπράγκα. Κατάφερε να οδηγήσει τη νέα του ομάδα στην τρίτη θέση του πορτογαλικού πρωταθλήματος, πίσω από τις Πόρτο και Μπενφίκα, με τις οποίες κοντραρίστηκε για τον τίτλο.
«Μετακόμισε» στην Τσάβες, την οποία ανέβασε από την τρίτη στη δεύτερη κατηγορία της Πορτογαλίας εκείνη τη χρονιά και το 2009 ανέλαβε προπονητής στην Μπέιρα Μαρ. Έμεινε εκεί για δύο χρονιές.
Η παρουσία του εκεί του εξασφάλισε το «εισιτήριο» για τον πάγκο της Μπράγκα. Κατάφερε να οδηγήσει τη νέα του ομάδα στην τρίτη θέση του πορτογαλικού πρωταθλήματος, πίσω από τις Πόρτο και Μπενφίκα, με τις οποίες κοντραρίστηκε για τον τίτλο.